Τι ολόμαυρα μαλλιά που τόσο χύνονταν
στις πλάτες
(γλυκειά αίσθηση τα σπλάχνα μου)
ωσότου
χάθηκε στη γωνία του δρόμου
η γυναίκα.
Δεν είναι πια
(ο θάνατος)
δεν ήτανε πριν
(η ανυπαρξία)
και πόσο να ’μενε στα λίγα δευτερόλεπτα.
Σπιθίζουν από δάκρυα τα μάτια μου
μ’ ένα κάψιμο.
Πουλιά του Απριλίου χαρούμενα
κάποιο δέντρο είμαι
κ’ έγινε ποτάμι η ρίζα μου
τώρα που ξέρουμε πόσο μαύρη είν’ η θάλασσα
και το ποτάμι πάει…
Δυο φύλλα έρημα τα χείλη μου
τη νύχτα
ο άγγελος της μοναξιάς
με τολμηρά ενδύματα.
Πουλιά του Απριλίου χαρούμενα
εποχή εχθρική ως το μυρωμένο βράδυ
ως μέσα στα μεσάνυχτα.
Βγάλε ψυχή μου τραγούδι
να πολεμήσω την Άνοιξη.
Ξένος είμαι στο σπίτι μου
ξένος στους δρόμους
με λένε Γιάννη δεν έχω τίποτα δικό μου.
(«Ποιήματα 1961» Συγκεντρωτική έκδοση «Η πρώτη εποχή», εκδ. Ερατώ, 1987)

Σχολιάστε με όποιο όνομα θέλετε: ανώνυμα, με ψευδώνυμο, με το όνομα του καλύτερου πρωθυπουργού που αυτή τη στιγμή εξατμίζει 💸 τα κονδύλια, με το όνομα της πεθεράς σας σε κατάσταση μόνιμης κρίσης 🧨 ή με κάτι που μόλις σας είπε το μον αμουρ σας💃.
Πετάξτε το σκατουλάκι σας εδώ 💩 — είναι ο μόνος χώρος που δεν θα το διαβάσει αλγόριθμος, ψυχολόγος ή εισαγγελέας (λέμε τώρα).
Μπορεί να απαντήσουμε. Μπορεί να κάνουμε πως απαντήσαμε. Μπορεί να σας αγνοήσουμε με πάθος 😈.
Κι αν τελικά σας γράψουμε εκεί που μας γράφουν διαχρονικά οι σωτήρες της πατρίδας, συγχαρητήρια 🎖️: μόλις κερδίσατε μια τιμητική θέση στο πάνθεον του μπλογκ, ανάμεσα σε θρυλικά μπινελίκια, αποτυχημένες ελπίδες και ιδέες που θα έπρεπε να είχαν μείνει προσχέδια.
🖤Λατρεύουμε τα μπινελίκια — και ιδίως αυτά που τρώγονται.🔥.
Χαβ ε νάις ντέι. (ή ό,τι τέλος πάντων). 💋