Ετυμολογία
- πακέτο< ιταλική pacchetto. Οι νεότερες σημασίες της λέξης προέκυψαν από μετάφραση του αγγλικού package.
Προφορά
Ουσιαστικό
πακέτο ουδέτερο- δέμα (π.χ. δώρο) περιτυλιγμένο σε χαρτί
- o ταχυδρόμος έφερε ένα πακέτο
- κουτί με τσιγάρα
- αγόρασε ένα πακέτο (τσιγάρα)
- (οικονομία) σύνολο προτάσεων προς μελέτη
- ο επίτροπος πρότεινε ένα πακέτο για τα μεσογειακά κράτη
- (πληροφορική) σύνολο δεδομένων
- (αργκό) το ψέμα (συνήθως όταν χρησιμοποιείται μονολεκτικά) ή και το ζόρι
- έφαγα χοντρό πακέτο
0 Μας δωσαν το χρονο τους :
Speak up your mind
Tell us what you're thinking... !