Στις 27 Φεβρουαρίου 1943 απεβίωσε στην Αθήνα ο Κωστής Παλαμάς, μια από τις πολυγραφότερες μορφές Ελλήνων λογοτεχνών και βασικός εκπρόσωπος της λογοτεχνικής γενιάς του 1880, της λεγόμενης Νέας Αθηναϊκής Σχολής.
Ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός της λογοτεχνίας, ο Παλαμάς γεννήθηκε στην Πάτρα, το 1859, σε μια οικογένεια με αξιόλογη πνευματική δράση. Σε ηλικία 6 ετών έχασε και τους δυο του γονείς μέσα σε διάστημα 40 ημερών και τη διαπαιδαγώγησή του ανέλαβε ο θείος του, Δημήτριος Παλαμάς, που ζούσε στο Μεσολόγγι.
Έτσι, από το 1867 εγκαταστάθηκε εκεί και ο ίδιος, ώσπου το 1875 μετέβη στην Αθήνα, για να σπουδάσει Νομικά. Την ίδια κιόλας χρονιά ξεκίνησε να δημοσιεύει σε εφημερίδες και περιοδικά και την αμέσως επόμενη χρονιά (1876), υπέβαλε σε διαγωνισμό την πρώτη του ποιητική συλλογή, γραμμένη σε καθαρεύουσα, με τίτλο Ερώτων Έπη. Τις σπουδές του στη Νομική τις εγκατέλειψε πολύ γρήγορα, καθώς η λογοτεχνία κυριάρχησε στη ζωή του. Η πρώτη του αυτοτελής έκδοση έγινε το 1878, με το ποίημα Μεσολόγγι και η πρώτη του έκδοση ποιητικής συλλογής, το 1886, στη δημοτική γλώσσα, με τον τίτλο Τραγούδια της Πατρίδος μου. Ακολούθησαν ο Ύμνος εις την Αθηνάν, Ίαμβοι και Ανάπαιστοι, Ασάλευτη Ζωή, ο Δωδεκάλογος του Γύφτου, Η Φλογέρα του Βασιλιά, καθώς και δυο πολύ χαρακτηριστικά του έργα, ο Τάφος, ποιητική σύνθεση εμπνευσμένη από το θάνατο του γιου του και ο Ύμνος των Ολυμπιακών Αγώνων, το 1896, που τον καθιέρωσε ως ποιητή.Ο Παλαμάς, μαζί με τους λογοτέχνες Νίκο Καμπά και Γεώργιο Δροσίνη, ξεκίνησαν να συγγράφουν στις εφημερίδες Ραμπαγάς και Μη χάνεσαι, κάνοντας μια στροφή από τον αθηναϊκό ρομαντισμό προς την πολιτική σάτιρα, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα, από το 1898, μια νέα ποιητική πρόταση, για την οποία αρχικά χλευάστηκαν από τους παλαιότερους του χώρου, μέσω των περιφρονητικών χαρακτηρισμών “παιδαρέλια” και ποιητές της “Νέας Σχολής”. Η εποχή της εμφάνισης του Παλαμά και των συνοδοιπόρων του συνέπεσε με την έξαρση που έλαβε στη χώρα το Γλωσσικό Ζήτημα. Ο ίδιος, υποστηρικτής της δημοτικής, κατά την περίοδο που διετέλεσε Γραμματέας του Πανεπιστημίου, ήταν αναγκασμένος να χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα στην εργασία του, ενώ συνέγραφε στη δημοτική. Σε επιστολή του αναφέρει χαρακτηριστικά, ότι στην φιλολογική του εργασία ήταν “μαλλιαρός” και στην υπηρεσία του “αττικιστής από την κορφή ως τα νύχια”.
Απεβίωσε σαν σήμερα, το 1943, και κηδεύτηκε κάτω από τη σκιώδη παρουσία των κατακτητών της γερμανικής Κατοχής. Παρόλα αυτά, χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία, ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο.
0 Μας δωσαν το χρονο τους :
Speak up your mind
Tell us what you're thinking... !